Από την ιστορία των Προνομίων των Νοτίων Σποράδων – ( Δωδεκανήσων)
Κείμενο: Κωνσταντίνου Αλεξ. Φαρμακίδη
Το 1522, κατά το διάστημα της πολιορκίας της Ρόδου, απέμενε στους Συμιακούς να σκεφθούν τι έπρεπε να πράξουν για να αποφύγουν αυτοί και οι κάτοικοι των άλλων πλαϊνών νησιών τη σφαγή και τη καταστροφή. Για αντίσταση πια δεν εγίνετο λόγος – όπως έκαναν σε δύο προηγούμενες επιθέσεις. Δεν τους έμενε τίποτε άλλο παρά να υποταχθούν γιατί οι Συμιακοί προείδαν και τη πτώση της Ρόδου, κι ότι έπρεπε να γίνει, να γίνει έγκαιρα. Όταν οι Τούρκοι εστρατοπαίδευσαν απέναντι από τη Ρόδου στο Μαρμαρά, το σημερινό ΄΄ Μαρμαρίς ΄΄ για να εξορμίσουν κατά της Ρόδου επρόλαβαν (οι Συμιακοί) κι έστειλαν πρεσβεία στο στρατόπεδο των Τούρκων. Οι απεσταλμένοι των Συμακών έγιναν δεκτοί από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή και ως αντιπρόσωποι και των άλλων νησιών, τον προσκύνησαν και υπέβαλαν σ΄ αυτόν την αυθόρμητη υποταγή των Δωδεκανησίων. Ο Σουλτάνος απεδέχθη ευχαρίστως αυτήν την υποταγή και τα δώρα που πού έφεραν μαζί τους οι απεσταλμένοι, φορτία ολόκληρα τοπικά προϊόντα και σφουγγάρια. Ο Σουλτάνος τότε διέταξε να εφαρμοστή το σχετικό εδάφιο του Ιερού Νόμου του Ισλάμ που λέγει:
΄΄ Οι λαοί οι οποίοι υποτάσσονται οικιοθελώς και αυθορμήτως υπό την σημαίαν του Ισλάμ, αφήνονται ελεύθεροι να αυτοδιοικούνται κατά το σύστημα αυτών, πληρώνοντες μόνον, κατ΄ αποκοπήν, ορισμένο ποσόν (Μακτού) αναλόγως του πληθυσμού των, ως φόρον υποτελείας και μένοντες ελεύθεροι από πάσης άλλης απόψεως. ΄΄
Έτσι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας οι κάτοικοι των δώδεκα Νοτίων Σποράδων, ζούσαν κάτω από ένα ιδιόρυθμο προνομιακό καθεστώς, καταβάλλοντας κάθε χρόνο ορισμένο χρηματικό ποσό, ήταν απαλλαγμένα από τους φόρους και τις εισφορές με τις οποίες επιβαρύνοντο οι κάτοικοι των άλλων διαμερισμάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τα προνομιούχα νησιά είχαν πλήρη αυτονομία και αυτοδιοίκηση. Συγκεκριμένα είχαν όλες τις διοικητικές, δικαστικές και οικονομικές εξουσίες. Το ιδιόρρυθμο αυτό καθεστώς διατηρήθηκε αμετάβλητο επί τρεις αιώνες. Οι Σουλτάνοι ο ένας μετά τον άλλο, με φιρμάνια τους αναγνώριζαν όλες αυτές τις παραχωρήσεις προς τους κατοίκους των δώδεκα Νοτίων Σποράδων όπως τις καθόριζε το φιρμάνι του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς από το 1523. Το φιρμάνι αυτό, όπως είπαμε, δεν σώθηκε. Σώθηκαν όμως και τα άλλα νησιά από τους Συμιακούς που πάντα έπαιξαν ηγετικό ρόλο. Διατηρήθηκαν και φυλάχτηκαν οκτώ φιρμάνια και ένα Μπουγιουλτί (βεζυρικό διάταγμα). Σήμερα είναι κατατεθειμένα στο Ιστορικό Αρχείο Δωδεκανήσου που εδρεύει στη Ρόδο. Είναι αυτά: Α΄- Το φιρμάνι του Μεχμέτ του Δ΄ του έτους 1652. Β΄- Το φιρμάνι του Αχμέτ του Γ΄ του έτους 1721. Γ΄- Το φιρμάνι του Οσμάν του Γ΄του έτους 1755. Δ΄- Το φιρμάνι του Αβδούλ Χαμίτ του Α΄ του έτους 1774. Ε΄- Το φιρμάνι του Αβδούλ Χαμίτ του Α΄ του έτους 1775. ΣΤ΄- Το φιρμάνι του Αβδούλ Χαμίτ του Α΄ του έτους 1775. Ζ΄- Το φιρμάνι του Σελίμ του Γ΄ του έτους 1806. Η΄- Το φιρμάνι του Μαχμούτ του Β΄ του έτους 1813. Θ΄- Το Μπογιουλτί του έτους 1791. Διάταγμα Βεζυρικό.
Οι διάδοχοι του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄ απέφυγαν να εκδόσουν δικά τους καινούργια φιρμάνια και να αναγνωρίζουν τα προνόμια των νησιών πλην της Ρόδου και της Κώ όπως ίσχυαν επί αιώνες. Οι Δωδεκανήσιοι δεν έκαμαν φρόνιμη χρήση των προνομίων της αυτοδιοίκησης ιδίως αφ΄ ότου εδημιουργήθη το Ελληνικό Κράτος. Όπως ήταν ενθουσιώδεις και ζωηροί, επηρεαζόμενοι από τη μεγάλη ελευθερία στην Ελεύθερη Ελλάδα, εόρταζαν κάθε εθνική εορτή με δοξολογίες, σημαιοστολισμούς των σπιτιών, με θούρια, ζητωκραυγές υπέρ της Ελλάδος πυροβολισμούς και ύβρεις κατά των Τούρκων. Η Τουρκική κυβέρνηση, είχε πάρει την απόφαση να καταργήση τα προνόμια και την αφορμή την έδωσε η επανάσταση της Κρήτης το 1866. Έτσι απεκλείσθη το νησί της Σύμης το 1869 από τον Νακίμ-Κεμάλ Βέη μουτασερίφη της Ρόδου με τρείς μονάδες του Τουρκικού στόλου, την κορβέτα Μανσούρα το πολεμικό ΄Ασαρι -Τεφίκ και την ακταιωρό Μπαχίρ, επί 18 ημέρες. Απεβίβασε στρατό και εγκατέστησε καϊμακάμη διοικητή με όλα τα επακόλουθα.
Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου Φαρμακίδης
|
Σύντομο βιογραφικό σημείωμα: Φαρμακίδης Αλεξ. Κώσταντίνος. Γεννήθηκε στη Σύμη της Δωδεκανήσου. Απόφοιτος του Πανεπιστημίου Αθηνών, άσκησε την οδοντιατρική στη Σύμη και τη Ρόδο, όπου και ζει. Πήρε μέρος σε πολλές εκθέσεις ζωγραφικής στο εσωτερικό και το εξωτερικό, συνέγραψε άρθρα και βιβλία λαογραφικού και ιστορικού περιεχομένου. Βραβεύτηκε, μεταξύ άλλων, με «έπαινο αρχαιοφιλίας», από την Ακαδημία Αθηνών (1982), με το βραβείο Βασίλη και Ειρήνης Μοσκοβή (1993), και από το Δήμο της Σύμης, για την ουσιαστική συμβολή του στη διάσωση του παραδοσιακού χαρακτήρα του οικισμού (1997). |