Η “ ΣΥΜΙΑΚΙΑ ΕΣΤΙΑ” ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ * 

                         του Βασίλη Μοσκόβη

Αφιερωμένο στον Πρόεδρο του “Πανορμίτη”

Γιώργο Στ. Μιχαλούτσο

ΠΑΤΗΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ (ΠΡΟΣΕΧΩΣ)

                                        Κάποια ζεστή γωνιά, φερμένη απ΄  το νησί μας,

                                        που μέσα της εζήσαμε σαν είμαστε παιδιά,

                                        ακέρια βρίσκοταν στα βάθη της ψυχής μας,

                                        μα είχαμε χάσει τα χρυσά της τα κλειδιά.

 

                                       Της μαύρης ξενιτιάς τα χρόνια γίναν τάφοι

                                        και θάψαν τους σουφάδες, τις μουσάντρες, τη τσιμιά,

                                        τις καρναλλές μας, τα μαγκάλια, και τ΄ αράφι

                                        που το στολίζαν μαστραπάδες, τεφαρίκια φαρφουριά.

 

                                        Που πήγαν οι ντυμένες στα χρυσάφια γουνελάτες

                                        κι΄ όσες φορούσαν βελουδένα κοντογούνια λυγερές;

                                        Οι μάμμες κι΄ οι μανάδες μας οι χιλιοποφανάτες;

                                        Που είναι τ΄ Αλέμηνα, τα γλέντια, τα ξενύχτια, κι΄ οι χαρές;

 

                                        Σύμη μας ιερή, απ΄ τις πατρίδες η πιο ωραία,

                                        που η νοσταλγία σου, άσβηστη φλόγα καίει μέσα στη καρδιά,

                                        στήνουμε ένα κομμάτι ολόδικό σου στο Περαία

                                        να μαζευόμαστε την κάθε Κυριακή, την κάθε αργιά.

 

                                         Θα φέρνουμε σιτάκα και κουλούρια κλιθαρένα,

                                         σινίγλια, τούρτες, βοτυρένα, γιαπρακάκια με κυμά,

                                         μισοκοφτές, ακούμια, σύκα φουρνισμένα

                                         κι΄ εδώ ΄α βγάλλουμε τον κάθε Μα, τον Κοκουμά,

 

                                         Κι΄ αν πέθαναν ο Θαρρινός, ο Γιωργαλλάς και το Βαγιούδι,

                                         άλλους θα βρούμε με λαούτα, με σαντούρια, και βιολιά.

                                         Το “πού  ΄σαι” θα χορεύουμε, θα πούμε το τραγούδι

                                         που ακόμα οι βοσκοί μας λένε στη Νουλιά.

 

                                         Μόμπιλε, απ΄ τη πατρίδα θα ΄ρτουν κι΄ άλλα

                                         μαστορεμένα με μεράκι από τα χέρια του Λατζού.

                                         Η Εστία μας του Χατζηαγαπητού θα γίνει η Σάλα

                                         και τα παλιά της Σύμης μας τζαμάνια εδώ θα τζου.

 

                                                                                         ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΟΣΚΟΒΗΣ

 

* Απαγγέλθηκε κατά τα εγκαίνια της “ Συμαϊκής Εστίας” (3/4/1976) από τον ίδιο τον ποιητή, επίσης κατά τον εορτασμό των 70 χρόνων από την ίδρυση του Συλλόγου, στο Δημοτικό θέατρο του Πειραιά (16/11/86), καθώς και από τα φετινά εγκαίνια της αναμορφωμένης Αίθουσας των νέων γραφείων του Συλλόγου.

 

Σύντομο βιογραφικό σημείωμα: Λογοτέχνης, δοκιμιογράφος, λαογράφος, μεταφραστής και εκπαιδευτικός. Γεννήθηκε στη Σύμη το 1915, σπούδασε  στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου  της Αθήνας και μετεκπαιδεύτηκε στη φιλοσοφία, την παιδαγωγική και την αρχαιολογία σε Πανεπιστήμια του Παρισιού και του Λονδίνου. Εργάστηκε ως καθηγητής  Γυμνασίου, διευθυντής Λυκείου, υποδιευθυντής της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αθηνών και καθηγητής στο Κολλέγιο Ψυχικού. Ίδρυσε το << Δωδεκανησιακό Σπίτι Β. και Ε. Μοσκόβη >> (παράρτημα του << Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός >>) και καθιέρωσε από το 1977 ετήσιο βραβείο για την καλύτερη μελέτη σχετικά με τον πολιτισμό της Δωδεκανήσου. Υπήρξε πολυγραφότατος και με επιδόσεις σε ποικίλους  τομείς.

Έχει τιμηθεί με το Α΄ Κρατικό Βραβείο για το μυθιστόρημά του

Πορτραίτα του σπιτιού μας, με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας  Αθηνών για το μυθιστόρημα Περαίας, καθώς και με το Βραβείο του Δήμου Πειραιά για το ίδιο μυθιστόρημα, με το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλεως Ρόδου για τη συμβολή του στην προβολή ηθών και εθίμων της Δωδεκανήσου και με άλλες τιμητικές διακρίσεις.(Π) (ΠΑΠΥΡΟΣ ΛΑΡΟΥΣ  ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ - επιλεκτικά). Απεβίωσε στις 24-2-1994.